Άλκηστη Ηλιάδη: «Το «Ψ.» είναι μια ιστορία για τα στόματα που (μας) κλείνουν και (μας) κλείνουμε»

Στέφανος Παπατρέχας, Λάζαρος Βαρτάνης και  Σύνθια Μπατσή με «Φροσύνη» και «Πασού»
4 Μαρτίου 2020
Κωνσταντίνος Γεωργαλής: «Θα χαρακτήριζα το έργο ως μια ιστορία σκληρής ενηλικίωσης»
6 Μαρτίου 2020

Sharing is caring!

 

Συνέντευξη: Μαριλένα Θεοδωράκου

 

Πρόκειται για μία γλυκόπικρη εξομολόγηση με καυστικό χιούμορ, ένα σύγχρονο έργο που ερευνά τα όρια της δυαδικότητας, ψάχνοντας πόσα πρόσωπα έχουν οι σχέσεις. Η Άλκηστη Ηλιάδη μιλάει στο theatermag για το έργο «Ψ.»  που έγραψε το 2018, στο οποίο υπογράφει τους στίχους και το έχει σκηνοθετήσει με τη Νάγια Μητσάκου. Η ηθοποιός ερμηνεύει  την Ψουψούλα Καθαρίζου – Παρκετέζα που μαζί με τον Άρη Λεοντόπουλο που υποδύεται τον Ψ., αναμετρώνται με τους φόβους, τις εξουσιαστικές φιγούρες και τις καταπιεστικές συμβάσεις που μας κλειδώνουν στη «ντουλάπα».

 

 

 

Πώς προέκυψε η συγκεκριμένη παράσταση;

Το «Ψ.» είναι παιδί της απελπισίας, αλλά κοιτάζει προς το φως. Ως θεατρικό έργο γεννήθηκε κυριολεκτικά την ώρα που…έβαζα σκούπα στο σαλόνι! Ο πρώτος μονόλογος της Ψουψούλας, χειμαρρώδης και διεκδικητικός ξεπήδησε αυτοσχεδιαστικά, σε μια μέρα από αυτές τις σκοτεινές που βιώνουν οι ψυχές μας συνήθως αμίλητες ή απομονωμένες. Η ευλογία της καλλιτεχνικής έκφρασης, όμως, είναι αυτή ακριβώς: πώς η ψυχή μας βρίσκει τη δύναμη στις στιγμές της κάμψης να ορθωθεί και να διασχίσει το σκοτάδι, όχι πάντα χωρίς να το φοβάται αλλά ελπίζοντας πως αυτό ίσως κάπου το διαδέχεται το φως. Όπως αναφέρεται και στο έργο, αυτό που εξαφανίζει τους φόβους είναι τα ανοιχτά μάτια που βλέπουν και τα στόματα που μιλούν άφοβα για όνειρα. Αυτό έφερε στην επιφάνεια το «Ψ.». Η ανάγκη να σκάψω ένα μονοπάτι εκεί που ένιωθα ότι δεν υπήρχε καθόλου χώρος για όνειρα. Αφουγκράστηκα την ανάγκη της έκφρασης και δεν την έπνιξα, λογοκρίνοντάς την εν τη γενέσει της. Σκέφτηκα να αποσυμπιέσω τη «χύτρα» της ψυχής μου, μιλώντας για αυτήν και όχι σιωπώντας ή περιμένοντας άπραγη. Χάρις σε αυτό, θυμήθηκα ότι το φως υπάρχει μέσα μας, αρκεί να το δούμε και να του επιτρέψουμε να μας λούσει. Αλλιώς, η σκοτεινιά «κουρνιάζει στην ψυχή σου και τρέφεται με τραύματα», όπως αναφέρει και ο Ψ. στο έργο.

Κι επειδή για μένα, η πρώτη και αμεσότερη πηγή έκφρασης είναι η μουσική, αφού τελείωσα την…παρκετέζα στο σαλόνι, ξεσκονίζοντας την ίδια μέρα, και εντελώς αναπάντεχα – αυτοσχεδιαστικά πάλ – γεννήθηκε και το πρώτο τραγούδι. Η δημιουργία του υπόλοιπου έργου ήταν μονόδρομος. Αναπνοή ή θάνατος! Η Ψουψούλα έσφυζε από ζωή και δεν είχα δικαίωμα να τη φιμώνω άλλο. Έπρεπε να βγει στο φως.

Το κείμενο γράφτηκε, σβήστηκε, διορθώθηκε, άλλαξε, πλάστηκε, διαλύθηκε στα εξ ων συνετέθη και αναγεννήθηκε χιλιάδες φορές. Ήταν μια διαδικασία βαθύτατα εκπαιδευτική, διαπλαστική, σχεδόν ψυχαναλυτική για μένα, καθώς πρόκειται για το πρώτο ολοκληρωμένο θεατρικό μου έργο, που φέρει ορισμένα αυτοβιογραφικά στοιχεία ως πρώτη ύλη, τα οποία ωστόσο μετασχηματίζονται δημιουργικά, συχνά «διαστρέφονται» για να απομακρυνθούν από την περιοριστική ατομική αναφορά του βιώματος και να αποκτήσουν μία «αυτόνομη» ζωή, ως δίαυλοι ευρύτερης θεώρησης του ατομικού που γίνεται όμως «συλλογικό». Το ανέβασμα της παράστασης όμως, το οφείλω στον σύντροφό μου Οδυσσέα Αποστολόπουλο. Είδε το «Ψ.» να γεννιέται από το πρώτο του γράμμα. Όταν η συγγραφή του ολοκληρώθηκε, είπε χαρακτηριστικά: «Πρέπει να είσαι συνεπής με αυτό που έγραψες. Του έδωσες πνοή να γεννηθεί. Οφείλεις να το βγάλεις στο φως. Μην το κλειδώσεις και μην το φιμώσεις.» Κι ύστερα εμπνεύστηκε τη μουσική που έγινε η φωνή του «Ψ.».

 

 

 

Tι σημαίνει ο τίτλος «Ψ.»;

Αναφορικά με τον τίτλο του έργου, αυτός  απηχεί πλήρως τη διττότητα των χαρακτήρων του έργου. Το ψι είναι ένα διπλό σύμφωνο της γλώσσας μας. Ο ήχος του γεννιέται από το συνδυασμό δύο γραμμάτων, του πι και του σίγμα. Κανένα από τα δύο δεν ακούγεται το ίδιο όταν προφέρεται μόνο του. Το ψι δημιουργείται όταν τα δύο αυτά σύμφωνα ακουστούν αρμονικά μαζί. Το δικό μας Ψ. είναι η αρμονία ανάμεσα στον Ψ. και την Ψουψούλα. Η ένωση των δύο, η ισορροπία τους, η συνύπαρξη των διαφορετικών, η δυαδικότητα που βρίσκει την καλύτερη έκφραση της στην αμοιβαία αποδοχή, στη σύμπλευση. Η αρμονία του «Ψ.» συνδέεται με τη συνέπεια προς τον εαυτό και την ψυχή μας. Συνέπεια σκοπών – λόγων – έργων. «Ψ.» τελικά είναι οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Της Ψυχής μας. Μα και ό,τι την βασανίζει. Κυρίως αυτό.

 

Ποιο είναι το θέμα του έργου;

Το «Ψ.» είναι μια ιστορία για τα στόματα που (μας) κλείνουν και (μας) κλείνουμε. Και για τη ζωή που γλιστρά από τα χέρια μας, χωρίς μιλιά. Τους ήρωες βασανίζει το κομβικό ερώτημα «Ως πότε μπορεί η ψυχή να μην αναπνέει;». Βασικός άξονας του έργου είναι η σιωπή και η ανοχή. Η έξωθεν και έσωθεν επιβεβλημένη. Το ίδιο επικίνδυνη, το ίδιο ισοπεδωτική. Μάστιγα για την ψυχή. Κρυβόμαστε από τους άλλους μα, κυρίως, από τον εαυτό μας. Εθελοτυφλούμε, περιμένοντας λύσεις ως μάννα εξ ουρανού. Κάνουμε αντιπερισπασμό στον εαυτό μας, αρνούμενοι να αγκαλιάσουμε τις αδυναμίες μας και να βγούμε στο φως, πριν μας καταπιεί το σκοτάδι. Στον αντίποδα, κατηγορούμε τους άλλους για τις ανεπάρκειες ή τις αποτυχίες μας. Όμως η ευθύνη να βγούμε από τη ντουλάπα των εγκρατήσεων, των φόβων, των δεσμών είναι δική μας. Η δύναμη είναι μέσα μας. Εκεί πρέπει να την αναζητούμε. Να επιτρέψουμε στη μέσα μας φωνή να αρθρωθεί ελεύθερα και άφοβα. Τότε γίνονται τα θαύματα. Όταν μιλήσουμε ανοιχτά για τα τραύματα.

Η ατομική ευθύνη σε έναν τραυματικό κόσμο είναι αναντίρρητη. Μπορεί να λειτουργήσει ως καταλύτης για την απελευθέρωση από τους δαίμονές μας, αλλά και ως τα χειρότερα δεσμά για το στραγγαλισμό του εαυτού μας. Η γέννηση ενός νέου εαυτού μπορεί ωστόσο να προϋποθέτει το θάνατο του παλιού μας είναι. Συνειδητό; Αναγκαίο; Πάντως βίαιο, όπως και πολλά παιχνίδια για δύο. Πολύ δε περισσότερο όταν αυτό το παιχνίδι γίνεται με τον εαυτό μας. Μπορούν τελικά να μας απελευθερώσουν οι αλήθειες που φοβόμαστε να αντικρύσουμε; Οι ήρωες αναμετρώνται με τους φόβους, τις εξουσιαστικές φιγούρες και τις καταπιεστικές συμβάσεις που μας κλειδώνουν στη «ντουλάπα». Μέσα από τη σχέση τους, το έργο ερευνά τα όρια της δυαδικότητας, ψάχνοντας πόσα πρόσωπα έχουν οι σχέσεις.  Το Ψ. είναι σύγχρονο έργο, γραμμένο το 2018. Ευελπιστεί, όμως, να είναι και  διαχρονικό ως προς τις αξίες που πραγματεύεται.

Σήμερα φαινομενικά ενθαρρύνεται η πολυφωνία και η διαφορετικότητα. Είμαστε, όμως, πραγματικά έτοιμοι να υπάρχουμε ως «διαφορετικοί» μεταξύ μας; Έχουν εξαφανιστεί πλήρως οι αγκυλώσεις του χτες για την επιβεβλημένη ομοιομορφία; Πώς αντιμετωπίζουμε το ψυχικό τραύμα, που προκύπτει από τις καταπιεστικές συμβάσεις και τις εξουσιαστικές φιγούρες που μας φιμώνουν; Πώς συμφιλιωνόμαστε με τον εαυτό μας; Πόσο τον αφουγκραζόμαστε, όταν οι γύρω φωνές μας αποξενώσουν από αυτόν; Στο δυτικό κόσμο έχουμε πλέον όλες τις ελευθερίες που χρειάζεται ο άνθρωπος για να αναπτυχθεί ανεμπόδιστος. Τις αξιοποιούμε όμως; Κι αν όχι, τι φταίει; Σε ποιο βαθμό οι «άλλοι» θέτουν τα εμπόδιά προς την αυτοεκπλήρωση μας; Ποια είναι, τελικά, η προσωπική μας ευθύνη στην αλλαγή; Το Ψ. είναι ένα έργο αστείο μα και βίαιο. Με εργαλεία το χιούμορ, τον αυτοσαρκασμό, την ενδοσκόπηση, την ευθεία αναμέτρηση οι γραμμές ζωής των ηρώων συναντιούνται, συμπλέκονται και απεμπλέκονται χαριτωμένα ή βίαια, πάντως μέσα στην πραγματικότητα. Κοιτάζει προς το φως, αλλά περνά πρώτα από το σκοτάδι. Όπως η ζωή μας, σε όποια εποχή και αν ξετυλίγεται.

 

 

Πώς θα σας δούμε επί σκηνής; Ποιος είναι ο χαρακτήρας που ερμηνεύετε;

Στην παράσταση υποδύομαι την Ψουψούλα Καθαρίζου – Παρκετέζα. Το καλύτερο φτερό στην πιάτσα! Βρωμίζει τα καθαρά και τα ξανακαθαρίζει. Μεγαλωμένη τη δεκαετία του 1990, ζει πολλές ζωές μέσα στη ντουλάπα της και παίζει ρόλους φωναχτά, αλλά έξω από αυτήν… σιωπή. Γεννημένη από τη δική μου «διαταραγμένη» αντίληψη περί υπερβολικής καθαριότητας και τάξης, η Ψουψούλα ανακατεύει τα τακτοποιημένα.  Και τα τακτοποιεί ξανά.  Δεν αντέχει τα στραβά κάδρα. Αλλά κάνει τα στραβά μάτια. Λατρεύει τη φαντασία αλλά πάσχει από την πραγματικότητα. Θυμάται τις παλιές φωνές που τη στοιχειώνουν. Γλεντάει με τις αστείες μέρες. Κάνει ότι δε βλέπει τις δύσκολες. Μια στρουθοκάμηλος με τα όλα της. Μόνη της αποστολή είναι να εξαφανίζει λεκέδες, πνίγοντας τον εαυτό της αθόρυβα στη σαπουνάδα. Κάνει όνειρα, αλλά μπορεί να τα ζωντανέψει; Τα όνειρα είναι χάρμα, αλλά θα αφήσει να της τα φάει το …κάρμα; Η Ψουψούλα σαν χαρακτήρας πλάστηκε αντισυμβατικά. Γεννήθηκε ξεσκονίζοντας, συντέθηκε και γράφτηκε έξω από τη ζώνη άνεσης των δημιουργών. Η έμπνευσή της με κατέκλυσε σε μέρη, τόπους, χρόνο μη αναμενόμενο, μη συμβατικό, σε συνθήκες που κανονικά δεν προσφέρονται για τη δημιουργία. Μέσα στη φασαρία του μύλου που καθημερινά γυρίζει με το δικό μας «νερό». Και αυτή είναι, νομίζω, η αξία του «Ψ.». Ότι ισορροπεί μεταξύ ξεσκονόπανου και αστερόσκονης. Πάντα στην κόψη. Αυτός ακριβώς είναι και ο χαρακτήρας της Ψουψούλας. Μεταιχμιακός.

 

Υπογράφετε το κείμενο, τη σκηνοθεσία μαζί με τη Νάγια Μητσάκου, τους στίχους και παράλληλα ερμηνεύετε. Πώς συνδυάζετε αυτές τις ιδιότητές σας;

Η παράσταση αυτή μου δίνει τη δυνατότητα να δω την θεατρική εμπειρία περισσότερο ολιστικά. Αντιμετωπίζοντας την από περισσότερες θέσεις, καλλιεργείς την ευελιξία σου, την προσαρμοστικότητά σου, τα εκφραστικά σου μέσα, ποικίλλεις τις ποιότητες που πρέπει να φέρεις ως ηθοποιός και βιώνεις πολυδιάστατα το σπουδαίο αγαθό της δημιουργίας. Νιώθω πως οι παραπάνω ιδιότητες είναι μεν διαφορετικές αλλά δεν είναι απλώς διακριτές η μία από την άλλη. Είναι εκφάνσεις της ίδιας τέχνης. Συνιστώσες της δημιουργικής ζύμωσης, που συνθέτουν την προσωπική καλλιτεχνική έκφραση μας. Δεν θα μπορούσα να διαλέξω εύκολα. Η σύνθεση των τριών ενέχει μια τρομερή πρόκληση. Αν και συγκεντρώνεις πολλές ιδιότητες, να μάθεις μέσα από αυτές κυρίως να μοιράζεσαι. Το θέατρο είναι σύμπραξη, συμπόρευση, επικοινωνία. Φέρεις ένα υλικό, που συναντά τα υλικά των άλλων. Και αυτό είναι μαγικό. Φορώντας διαφορετικά «καπέλα» μαθαίνεις να βλέπεις μέσα από τα μάτια των άλλων και αυτό είναι θαυμαστός πλούτος για τον καλλιτέχνη. Βαθαίνει την κατανόηση και την ερμηνεία του, τα εκφραστικά του εργαλεία, τις προσλαμβάνουσές του.

Η ενασχόληση μου με αυτές τις πτυχές της παράστασης έχει για μένα εκπαιδευτικό χαρακτήρα. Συνειδητοποιώ τις αδυναμίες μου, μαθαίνω να αφουγκράζομαι τους συνεργάτες μου, να ασκούμαι στην ανταλλαγή, στο μοίρασμα. Οι ιδιότητες από μόνες τους δεν υποδηλώνουν ικανότητα.  Η ομάδα κάνει τα θαύματα. Η συγγραφή, η πρωτογενής δημιουργία πηγάζει από την επιθυμία να αποτυπώσεις την ψυχή και τις σκέψεις σου με τρόπο διαχρονικό. Και μελλοντικά η πρωτότυπη δημιουργία να διευρύνει τα όριά της σε κάθε νέα ανάγνωση, να ανανεώνεται χάρις σε άλλους καλλιτέχνες, αντλώντας ζωή και από τις δικές τους εμπειρίες.  Έτσι το έργο μεγεθύνεται. Οι στίχοι έχουν διαμορφωθεί ως φυσική συνέχεια του κειμένου. Η πυκνότητά και το ύφος τους συνδέεται άμεσα με το ύφος του κειμένου και οι ίδιοι από μόνοι τους είναι αναπόσπαστα κομμάτια της δράσης, εξελίσσουν  την ιστορία ως οργανικό μέρος της και δίνουν σάρκα και οστά σε εικόνες που γεννιούνται από την ίδια την εξέλιξη της ιστορίας. Στη σκηνοθεσία έχω την τύχη να συμπλέω με την διεισδυτική και με πολύ ευαίσθητη οπτική της Νάγιας Μητσάκου και με την πολύτιμη κινησιολογική καθοδήγηση της εμπνευσμένης Πηνελόπης Μωρούτ.

Ως ηθοποιοί εξελισσόμαστε, παρακολουθώντας τους συναδέλφους μας να παίζουν. Μαθαίνουμε από αυτούς αδιάκοπα. Δεν είμαι σκηνοθέτης. Είμαι ηθοποιός που ψάχνει λόγους να υπάρξει σκηνικά, να συνδεθεί ψυχικά, να μεταβεί ουσιαστικά από τη μία λέξη στην άλλη, εκκινούμενος από σχεδόν «βιολογικά» κίνητρα. Όλη η σκηνοθετική γραμμή της παράστασης στηρίχθηκε στην ανάγκη μας να δρούμε σκηνικά μόνο με βάση το τι πραγματικά χρειάζεται το σώμα και η ψυχή του ηθοποιού – ρόλου για να κινήσει την κάθε σκηνή. Και οπωσδήποτε συνδιαμορφώνοντας με την Νάγια το πλαίσιο της σκηνοθεσίας κατανοώ περισσότερο ως ηθοποιός τη «μεγάλη εικόνα» του έργου. Τέλος η παρακολούθηση και βιωματική συνήθως καθοδήγηση του Άρη Λεοντόπουλου στο ρόλο του Ψ. είναι για μένα μεγάλο σχολείο, ειδικά έχοντας στα χέρια μου το πολυδιάστατο υλικό του. Ως ηθοποιός, λατρεύω την αμεσότητα της τέχνης αυτής. Την επιδραστικότητα που μπορεί να έχει συμπυκνωμένα πάνω στην ανθρώπινη ψυχή. Ζεις τόσες ζωές μέσα σε λίγη ώρα! Ανεκτίμητο. Η επικοινωνία και η επαφή με το κοινό, η αμεσότητα της τέχνης αυτής και η μαγεία της γέννησης και του ταυτόχρονου θανάτου της θεατρικής «στιγμής» μου προκαλούν πάντα δέος.

 

 

Χορός, μουσική, τραγούδι. Ποια μέσα χρησιμοποιείτε στην παράσταση και πώς λειτουργούν;

Το «Ψ.» είναι τόσο σκοτεινό όσο και πολύχρωμο! Ένα στοιχείο που  διαφοροποιεί την παράσταση αυτή είναι ακριβώς αυτή η σύμπλευση των τριών αυτών τεχνών με την υποκριτική. Συνιστώσες και αυτές της ανάγκης για έκφραση, αλλά όχι τυχαία επιλεγμένες. Ο καμβάς μίας παράστασης δεν μπορεί να συντίθεται από ατάκτως ερριμένα στοιχεία, που δεν έχουν επιλεγεί συνειδητά, υπάρχουν δε απλώς και μόνο στο πλαίσιο μίας καλλιτεχνικής πολυφωνίας χωρίς νόημα. Εμείς επιλέξαμε πολύ συνειδητά τα είδη των τεχνών που θα συνδυάσουμε και με ιδιαίτερη ακρίβεια τα σημεία στα οποία αυτά θα ενταχθούν. Η μουσική και το τραγούδι είναι οργανικά στοιχεία του έργου.

Η κοινή αφετηρία μας με τον Οδυσσέα Αποστολόπουλο βρίσκεται στη μουσική. Συνεργαζόμαστε χρόνια ως μουσικό σχήμα αλλά και ως ανεξάρτητοι μουσικοί με εναλλασσόμενα σχήματα. Δεν θα μπορούσε, λοιπόν, αυτή να λείπει από το «Ψ.» όταν μπορεί να είναι τόσο άμεσα επιδραστική στις ψυχές των ανθρώπων, να μεταφέρει αισθήματα, να υποβάλει σκέψεις, να γεννάει εικόνες υποσυνείδητα, να λειτουργεί ως συγκολλητική ουσία στις σκηνικές σχέσεις των ρόλων. Τα δε τραγούδια λειτουργούν ως μουσικά ιντερμέδια που ζωντανεύουν εικόνες, δεν έχουν διαμορφωθεί απλώς για να ξεκουράσουν ή να λειτουργήσουν ως διάλλειμα από τη δράση, αλλά και για να «οπτικοποιήσουν» μουσικά τα στάδια από τα οποία περνούν οι ήρωες. Τα τραγούδια αλλά και οι μουσικές συνθέσεις λειτουργούν στην παράσταση ως νησίδες ασφαλείας. Μες το σκοτάδι του ταξιδιού, οι ήρωες βγάζουν το κεφάλι τους από τα αχαρτογράφητα νερά για μία ελεύθερη αναπνοή.

Οι συνθέσεις είναι όλες εμπνευσμένες από το έργο και τη διάρθρωσή του. Κάθε μουσικό ιντερμέδιο που συνέθεσε και ενορχήστρωσε πρωτότυπα ο Οδυσσέας, με την ιδιαίτερα εκφραστική συνδρομή του Νίκου Αρβανίτη και του Μιχάλη Καραγιάννη στις κιθάρες δεν συμπληρώνουν απλά το έργο, αλλά του δίνουν τη μουσική του φωνή, εργαλείο διείσδυσης στις ψυχές των θεατών. Ο χορός, όμως, είναι έκπληξη! Δεν μπορώ να σας αποκαλύψω τα μυστικά της «διείσδυσής» του στην παράσταση, πρέπει να το δείτε γιατί είναι εμπειρία! Σας λέω μόνο ότι όλη η κινησιολογική προσέγγιση την οποία επιμελήθηκε η καταπληκτική και πολυτάλαντη Πηνελήπη Μωρούτ είναι επίσης οργανικά συνδεδεμένη με το έργο, απηχεί πλήρως τη διάθεσή του και το σκοπό του, απαλλαγμένη από εγκλωβιστικές φόρμες και στηριγμένη στην ελευθερία και την εκφραστικότητα των σωμάτων των ηθοποιών, ενώ ο χορός πραγματικά εκτοξεύει. Στοιχηματίζω ότι πολύς κόσμος θα κουνιέται στις καρέκλες του!

 

Θα θέλατε να μας πείτε για τη συνεργασία σας με τον Άρη Λεοντόπουλο και τον δικό του ρόλο;

Νιώθω ευγνώμων για τη συνεργασία μου με τον Άρη. Τον γνωρίζω από πολύ παλιά, από τα πρώτα χρόνια του ερασιτεχνικού θεατρικού μας «έρωτα» από το Θεατρικό Εργαστήρι του Πειραϊκού Συνδέσμου όπου πρωτοσυναντηθήκαμε. Θαύμαζα ανέκαθεν την απόλυτη αφοσίωσή του στην υποκριτική, τη συστηματικότητα, το πλούσιο πηγαίο ταλέντο του και την σκηνική ωριμότητα, που συχνά δε συμβάδιζε με το νεαρό της ηλικίας του. Συνυπάρξαμε θεατρικά στο πλαίσιο του Εργαστηρίου αρχικά, ύστερα οι δρόμοι μας χώρισαν σε επαγγελματικό επίπεδο αλλά το «Ψ.» ήταν η πιο τρυφερή ευκαιρία για να σμίξουμε ξανά. Αγκάλιασε εξ αρχής το όνειρό μας να δώσουμε πνοή στο Ψ. με πολλή θέρμη. Κι όταν άνθρωποι που αγαπάς στηρίζουν σαν δικό τους παιδί το δημιούργημά σου, είναι ευλογία. Εκτός από το πρόδηλο ταλέντο του, εγγενές και ανεπιτήδευτο, στον Άρη θαυμάζω ιδιαίτερα το σκηνικό του ήθος, την φροντίδα στον «συμπαίκτη» του, το ειλικρινές και βαθύ νοιάξιμό του για την συνολικότερη ανάδειξη της παράστασης και όχι την αυτοπροβολή, την σκηνική ευφυία του, το χιούμορ, την αμείωτη ενέργειά του, τον πλούτο και το βάθος των εκφραστικών του μέσων.

Αλλά και τη συστηματικότητα με την οποία ψηλαφίζει τους ρόλους του, την καλλιτεχνική αλληλεγγύη από την οποία εμφορείται ώστε να μοιράζεται με τους άλλους ηθοποιούς τη γνώση, την εμπειρία, την οπτική του αλλά και τα εργαλεία του. Ξέρει να είναι λειτουργικό μέρος ενός συνόλου, στοιχείο δηλωτικό μιας ολιστικής αντίληψης της τέχνης και της δημιουργίας που συχνά λείπει από το σύγχρονο θέατρο. Υπήρξε επίσης κομβικό μέρος της δημιουργικής διαδικασίας καθώς τροφοδοτεί με άφθονο υλικό το σκηνοθέτη του και είναι πραγματική χαρά να δουλεύεις μαζί του, λόγω της οξείας αντιληπτικής του ικανότητας, που τον κάνει σκηνικά ευφυή. Είναι υποκριτικά ευέλικτος, εύπλαστος, αλλά και τεχνικά άρτιος. Η γκάμα των ερμηνευτικών αποχρώσεων που μπορεί να φέρει στο ρόλο του είναι θαυμαστή και σίγουρα μία πολύ ενδιαφέρουσα πρόκληση  κατά τη δυναμική διαδικασία της προετοιμασίας μίας παράστασης. Ο Άρης έχει μία θαυμαστή συνέπεια μεταξύ του ψυχισμού του και της καλλιτεχνική έκφρασής του και η συγκρότησή του αυτή του προσφέρει ευρεία γκάμα ερμηνευτικών μέσων.

Δουλεύοντας μαζί του πολύ εντατικά για αρκετούς μήνες, ένιωσα τυχερή, γιατί αυτό το μοτίβο της συνεργασίας που αναπτύχθηκε εξέλιξε σκηνικά και ερμηνευτικά και για τους δυο μας. Ήταν μία διαδικασία βαθιά εκπαιδευτική, ουσιαστικού μοιράσματος χωρίς αλαζονικές κορώνες, προσανατολισμένη στο ουσιαστικό και συνεπές θέατρο στο οποίο και οι δυο μας πιστεύουμε. Κι αυτή η συνεργασία ήταν το λιγότερο αμοιβαία επιδραστική. Ποιος μεγαλύτερος πλούτος από αυτόν για τον ηθοποιό; Τον ευχαριστώ ανθρώπινα και ειλικρινά και εύχομαι οι δρόμοι μας να  ανταμώνουν πάντα σε κομβικά σταυροδρόμια μας μα και σε πλατιές λεωφόρους. Αναφορικά με το ρόλο του στο έργο, ο Άρης υποδύεται τον Ψ., έναν μυστήριο τύπο με πολλά «πρόσωπα». Εμφανίζεται απρόσκλητος και ρωτάει ασταμάτητα. Συνέντευξη, συνεδρία, συγκατοίκηση ή συνενοχή; Εκτός από την Ψουψούλα, ξεσκονίζει και ο Ψ.. Αλλά τα μέσα. Γεννήθηκε την ίδια στιγμή με εκείνη. Ζει μαζί της. Θέλουν – δε θέλουν, το παιχνίδι είναι για δύο. Και κάποτε πρέπει να τα βρουν, αν δεν αλληλοφαγωθούν. Μέχρι τότε, εκείνη θα καθαρίζει μανιωδώς. Κι εκείνος περιμένει. Υπομένει. Επιμένει. Εμμένει.  Αλλά τελικά μένει; Το ιδιαίτερο ενδιαφέρον του ρόλου αυτού είναι η πολλαπλότητα των «καπέλων» που φοράει. Η σχεδόν μονολιθική προσωπικότητα της Ψουψούλας αντισταθμίζεται από την πολλαπλότητα του ειδώλου του Ψ. Αυτός ορίζει το παιχνίδι και τους όρους του. Χάρις στην υποκριτική επιδεξιότητα του Άρη αποδίδονται ανάγλυφα οι ποικίλες εκφάνσεις του χαρακτήρα του Ψ.. Και έτσι, μεταξύ του Ψ. και της Ψουψούλας ξετυλίγεται μια σχέση ιαματική. Όπως όλες οι σχέσεις που οδηγούν είτε στο φως είτε στο σκοτάδι. Πάντως, πλήρως επιδραστική και για τους δύο. Μέσα από αυτή τη σχέση, κανείς δεν θα βγει ίδιος όπως μπήκε. Ο Ψ. είναι παιδί της απελπισίας. Αλλά τελικά κοιτάζει προς το φως.

 

Μία ουσιαστική μνεία στις φωνές του «Ψ»

Θα ήθελα να αναφέρω κάτι ιδιαίτερα σημαντικό. Το «Ψ.» δεν θα είχε έρθει στη ζωή αν δεν υπήρχαν οι άνθρωποι που το αγάπησαν, το πίστεψαν, το στήριξαν, μα κυρίως και πάνω από όλα είδαν τους εαυτούς τους να καθρεφτίζονται σε αυτό. Όποια αφετηρία κι αν είχαν όταν πρωτοσυναντηθήκαμε, δεν έπαψαν στιγμή να βρίσκουν σ’αυτό τα δικά τους κομμάτια. Αλίκη, Έφη, Γιάννη, Σάσα, Δημήτρη, Νάγια, Πηνελόπη, Άρη, Χρήστο, Τασούλα, Ντέμη, Χρήστο, Νίκο, Λουκά, Νένα, Αντρέα, Γιώργο, Δώρα, Ελευθερία, Γιώργο, Νίκο, Μιχάλη, το Ψ. είστε όλοι εσείς. Ούτε μία αναπνοή δεν θα μπορούσε να πάρει χωρίς εσάς. Και ξέρετε όλοι σας πόσο πολύ τις χρειάζεται αυτές τις ελεύθερες αναπνοές.

Ένα από καρδιάς ζεστό ευχαριστώ στην υπέροχη θεατρική οικογένεια του Θεάτρου Από Κοινού, στην  Ελένη Γερασιμίδου, τον Αντώνη Ξένο και την Αγγελική Ξένου, που με ανεπιτήδευτη, ειλικρινή αγάπη, εμπιστοσύνη και ενδιαφέρον αγκάλιασαν «το Ψ.» δίνοντάς του το θεατρικό βήμα για να βγει στο φως από τις 3 Μαρτίου στο Γκάζι. Και το πιο γλυκό ευχαριστώ στο alter ego μου Οδυσσέα Αποστολόπουλο, εξαίρετο μουσικό και ενορχηστρωτή, πολύπλευρο και διεισδυτικό καλλιτέχνη, που ρίχνει πάντα φως στα σκοτάδια της ντουλάπας. Χωρίς αυτόν το Ψ. δεν θα ήταν ούτε σκέψη. Συνοδοιπόρος στην παραγωγή της παράστασης, σε όλες τις εκφάνσεις της, από τις αμιγώς δημιουργικές ως τις εντελώς πρακτικές. Τον ευχαριστώ για την ώθηση, την ασταμάτητη φόρα και για όλα τα «μαζί».

 

 

Πληροφορίες παράστασης

«Ψ.»

Κείμενο:  Άλκηστη Ηλιάδη

Σκηνοθεσία: Άλκηστη Ηλιάδη, Νάγια Μητσάκου

Σκηνογραφική-Ενδυματολογική επιμέλεια: Πηνελόπη Μωρούτ

Σχεδιασμός φωτισμού: Madamoni Project

Κινησιολογία – Χορός: Πηνελόπη Μωρούτ

Πρωτότυπη μουσική & ενορχήστρωση : Οδυσσέας Αποστολόπουλος

Στίχοι: Άλκηστη Ηλιάδη

Σχεδιασμός υλικών-γραφιστική επιμέλεια: Γιώργος Εικοσιπεντάκης

Artwork: Δήμητρα Αποστολοπούλου

Ειδικές κατασκευές: Χρήστος Αποστολόπουλος, Αναστασία Κουρή

Φωτογραφία – Video: Δώρα Δημητρίου

Μακιγιάζ: Ελευθερία Αρχοντάκη

Ηχογραφήσει, Μastering: PROVA MUSIC STUDIOS, Λουκάς Λυμπέρης, Χρήστος Βεντουράς

Κιθάρες:  Νίκος Αρβανίτης, Μιχάλης Καραγιάννης

Οργάνωση παραγωγής: Madamoni Project

 

Παίζουν: Άλκηστη Ηλιάδη, Άρις Λεοντόπουλος

 

 

Πού: Θέατρο Από Κοινού, Ευπατριδών 4, Γκάζι, τηλ. 211 4057249

Πότε: από 3 Μαρτίου 2020 και κάθε Δευτέρα και Τρίτη, στις 21.00. Έως 31 Μαρτίου 2020

Εισιτήρια: 12 ευρώ και 10 ευρώ