Ο Ακύλλας Καραζήσης σκηνοθετεί την παράσταση «Selfie: στο βάθος πίσω η πόλη»
11 Απριλίου 2019
Ο Αλέξανδρος Τούντας και «Ο Παίκτης»
18 Απριλίου 2019

 

Συνέντευξη: Μαριλένα Θεοδωράκου

 

Πρόκειται για ένα έργο που ισορροπεί ανάμεσα στην κωμωδία και το δράμα, μια ιστορία για τη φιλία, την αφοσίωση, τις φιλοδοξίες και τα προδομένα όνειρα των ανθρώπων. Ο συγγραφέας Ρόναλντ Χάργουντ έγραψε τον «Αμπιγιέρ» το 1981 και εμπνεύστηκε το έργο από τη δική του εμπειρία ως αμπιγιέρ του σπουδαίου Άγγλου ηθοποιού  Ντόναλντ Γούλφιτ.  Ο Μάνος Βακούσης μιλάει για το έργο και τον εμβληματικό ρόλο του αμπιγιέρ που ερμηνεύει στην παράσταση «Ο Αμπιγιέρ» η οποία ανεβαίνει για δεύτερη χρονιά στη Β’ Σκηνή  του Θεάτρου Οδού Κεφαλληνίας, σε σκηνοθεσία Μανώλη Δούνια.

 

«Αν υπάρχει ένα ωραίο μήνυμα σε αυτό το έργο είναι ότι όταν πάψουμε να θέλουμε, τότε απλά πεθαίνουμε. Δηλαδή πεθαίνουμε με έναν τρόπο είτε βιολογικό είτε ψυχολογικό» λέει ο Μάνος Βακούσης. «Είναι ένα γενικό κακό που φέρει ο άνθρωπος μέσα του. Όπως λέω σε κάθε φορά γιατί μου αρέσει αυτή η λέξη, είναι ωμοφαγικό ον ο άνθρωπος. Και παίρνω πάντα σαν παράδειγμα το ζώο, το οποίο είναι πολύ πιο ευγενικό από τον άνθρωπο τελικά, γιατί θα φάει μόνον όταν πεινάει. Εκτός από κάποια πλάσματα που είναι και αυτά κανίβαλοι. Σε αυτό το έργο λοιπόν, ένας περιπλανώμενος θίασος στο πείσμα του καιρού και στο πείσμα της επιβίωσης κιόλας, συνεχίζει να δίνει παραστάσεις κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκόσμιου Πόλεμου, στο Λονδίνο που κινδυνεύει από βομβαρδισμούς. Αυτοί οι άνθρωποι του θιάσου, έχουν το πείσμα και τη θέληση και παρόλη τη δυσκολία και το τέρας που πέφτει από πάνω τους, από τον Αδόλφο, αποφασίζουν  να κάνουν περιοδεία και να παίξουν Σαίξπηρ. Αυτό έχει πολύ ενδιαφέρον για πολλούς λόγους. Πρώτον, γιατί όλα σχεδόν τα έργα του Σαίξπηρ είναι ένα πείσμα, πώς να είναι ο άνθρωπος πεισματάρης, να έχει θέληση και πάνω από όλα να έχει αίσθηση, νόηση και να δίνει χώρο στο χρόνο του. Είναι μεγάλο θέμα αυτή η απλή κουβέντα, που έτσι πρέπει να σκεφτόμαστε απλά. Ο χώρος και ο χρόνος. Ο χρόνος είναι πριν κάνουμε αυτή τη συνέντευξη, ο χρόνος τώρα που μιλάμε κυλάει, αλλά εμείς δημιουργούμε αυτή τη στιγμή έναν χώρο. Υπάρχει λοιπόν αυτό το αιώνιο που είναι ο χώρος για μένα, αυτή είναι η σκέψη μου, που την ώρα που λέμε είναι ήδη και πεπερασμένο, έχει φύγει. Έτσι λοιπόν ο άνθρωπος μη μπορώντας να αντιμετωπίσει συνειδητά ή ασυνείδητα τη χάρη που του δόθηκε ή τη δυστυχία που του δόθηκε μέσα σε αυτή τη ζωή, αντί να έχει μια πορεία στα πράγματα αφού δεν γνωρίζουμε τίποτα για εμάς πέρα από το πώς θα εκμεταλλευτεί ο ένας τον άλλον, έρχεται η ποίηση, το θέατρο δηλαδή, η φιλοσοφία, ο απλός βοσκός για να πουν ελάτε να περάσουμε όμορφα, με όλες τις δυσκολίες. Και φυσικά δεν μπορεί ο άνθρωπος να ζήσει χωρίς το νόμο. Γι’ αυτό και οι παππούδες μας με τον Σαίξπηρ παρέα, ο Σοφοκλής, ο Σωκράτης, όλοι αυτοί μίλησαν γι’ αυτό το παιχνίδι του νόμου και της αυτογνωσίας. Αυτά τα δύο αν πάνε παρέα, ουτοπιστικά τουλάχιστον, γεννιέται η δημοκρατία στους ανθρώπους. Δηλαδή, ενώ όλοι είμαστε ίδιοι, μπορεί κάποιος να έχει πιο έξυπνο μυαλό από εμένα. Αυτό καλείται ο δικός μου κόσμος να το δεχτεί και να το αποδεχτεί. Εδώ δυστυχώς δεν υπάρχει αυτό. Οποιονδήποτε εξυπνότερο θέλουμε να τον ξεσκίσουμε και να τον φάμε. Έτσι λοιπόν και το έργο, για να γυρίσουμε σε αυτό, είναι σαν να κατεβαίνουμε από ψηλά και βλέπουμε τους ανθρώπους μέσα στο θέατρο που είναι ο Σερ ο μεγάλος ηθοποιός της εποχής, ένας άνθρωπος πολύ σπουδαίος, που κάνει περιοδείες. Εκεί λοιπόν συναντάμε έναν θίασο, όπου όλα τα πρόσωπα είναι σημαντικά. Εγώ κάνω μεν το Νόρμαν, τον αμπιγιέρ του Σερ, αλλά είναι και οι υπόλοιποι ρόλοι, η Λαίδη, ο Σερ, η διευθύντρια σκηνής Ματζ που ο καθένας τους κρύβει μια ιστορία».

 

Ο Μάνος Βακούσης ερμηνεύει το ρόλο του αμπιγιέρ και ο Αλέξανδρος Μυλωνάς το ρόλο του Σερ. (Φωτογραφίες: Πάτροκλος Σκαφίδας).

 

«Παρατηρούμε λοιπόν δύο φαινόμενα» συνεχίζει ο ηθοποιός. «Το ένα είναι ότι το πείσμα του αμπιγιέρ και το πείσμα του Σερ δεν αφήνει να πεθάνει η στιγμή τους. Έτσι κόντρα στην πραγματικότητα που είναι οι βομβαρδισμοί, είναι η επιθυμία τους να ζήσουν, να ξεφύγουν από οποιοδήποτε υπαρξιακό τους θέμα και έτσι φτιάχνουν θέατρο και παραστάσεις. Και στη συγκεκριμένη στιγμή αυτός ο θίασος παίζει την 227η παράσταση του “Βασιλιά Ληρ” του Σαίξπηρ. Και μέσα εκεί βλέπουμε ότι τρώγονται και αυτοί. Τρώγεται η Λαίδη με τον Σερ, η Ματζ, ο Νόρμαν ο αμπιγιέρ που ενώ το έχει σκάσει από ένα ψυχιατρείο, έχει βρει δουλειά στο θέατρο και είναι καλά και υγιέστατος μέσα στην αρετή του θεάτρου και δίπλα στον Σερ. Αυτός λοιπόν, βρήκε τρόπο να το σκάσει, να φύγει, να περιπλανηθεί και να γίνει αμπιγιέρ αυτού του θεάτρου. Μαγικό! Διότι είναι ο στίχος που λέει ο Ελύτης, ότι στο πείσμα των καιρών, στο πείσμα των σεισμών, στο πείσμα των ανθρώπων, εγώ θα κοιτάξω τη νύχτα μου και θα κοιτάξω τη μέρα μου. Και θα φυτέψω μια ωραία τριανταφυλλιά. Ο Νόρμαν λοιπόν ξεφεύγει από εκεί και βρίσκει αγάπη και πνευματικό έρωτα στον Σερ. Ενώ ξεφεύγει από αυτή τη δαγκάνα που λέγεται κοινωνία, που λέγεται προσωπικό πρόβλημα, ξαφνικά πέφτει σε άλλη μια παγίδα, που είναι ανθρώπινη και λέγεται εξάρτηση. Εξαρτιέται από τον Σερ, δεν μπορεί να βγει έξω και να ανθίσει. Εδώ είναι τώρα το μυστικό. Ενώ ο αμπιγιέρ είναι εκείνος που βοηθάει έναν ηθοποιό να ντυθεί πριν την παράσταση, πιστεύω ότι ο συγγραφέας παίζει με το όνομα και θέτει το ερώτημα μπορούμε να γίνουμε αμπιγιέρ του εαυτού μας; Γιατί αν γίνουμε βοηθοί του εαυτού μας, ίσως τότε να μπορώ να ακούσω τον άλλον. Αν αυτό δεν συμβεί, τότε έχουμε το χάος».

 

Ο Αλέξανδρος Μυλωνάς και η Άννυ Λούλου που ερμηνεύει την Λαίδη. (Φωτογραφίες: Πάτροκλος Σκαφίδας).

 

«Ο Αλέξανδρος Μυλωνάς που ερμηνεύει τον Σερ, είναι ένα πλάσμα πολύ ταλαντούχο. Είναι ηθοποιός, μουσικός, είναι στοχαστικός άνθρωπος έχει πολλά χαρίσματα και μεγαλώνει, δεν γερνάει. Στο ρόλο του είναι καταπληκτικός, ακούει τον άλλον και κατανοεί τις δυσκολίες. Αγκαλιαστήκαμε πολύ ψυχικά οι δύο μας αν και είμαστε αντίθετοι. Έχουμε γεννήσει μια συντροφικότητα μέσα την ωμοφαγία των ηρώων μας. Αυτός λοιπόν είναι ο Σερ, που είναι ο θιασάρχης που έχει πολλά υπαρξιακά θέματα και μέσα από αυτόν τον ήρωα βλέπουμε την αποτυχία του τι σημαίνει ηθοποιός. Διότι ηθοποιός δεν είναι αυτός που θα παίξει τον Βασιλιά Ληρ ή τον Οιδίποδα στην Επίδαυρο και θα είναι το πρώτο όνομα στην Ελλάδα ή σε όλο τον κόσμο. Ηθοποιός είναι αυτό που λέει ο Αριστοτέλης στην Ποιητική του. Υπάρχει η συνάντηση ζεύξης ήθους και ηδονής; Αν αυτό δεν υπάρχει, δεν υπάρχει και η λέξη ηθοποιός που σημαίνει ποιώ ήθος. Έτσι και ο Σερ. Είναι μεν ηθοποιάρα αλλά τον έχει πάρει από κάτω το υπαρξιακό του και στην ουσία είναι μόνος του, δεν μοιράζεται. Θεωρώ πολύ μεγάλο τον συγγραφέα Ρόναλντ Χάργουντ, ο οποίος κάνει μια σπουδή για την ανθρώπινη πλάνη. Δεν αρκεί να είσαι ένας μεγάλος ηθοποιός, αλλά και γενναιόδωρος. Ο Σερ δεν αγαπάει τον άνθρωπο, παίζει και ερμηνεύει αλλά δεν βιώνει μέσα του. Δεν υπάρχει μια μορφή αυτογνωσίας μέσα από τα έργα που ανεβάζει. Παίζει σπουδαία έργα αλλά δεν καταλαβαίνει τίποτα. Μέχρι που μια μέρα πεθαίνει επί σκηνής στα χέρια του αμπιγιέρ. Είναι μεγάλο σχολείο ο ρόλος αυτός, καθώς το γεγονός πώς ότι ξεφεύγει από το όριό του πάει και χάνεται. Ακόμα και ο Θεός, ακόμα και η αγάπη. Ελευθερία λέει ο ποιητής, δεν είναι να θες αλλά να σκέφτεσαι. Αυτό δεν το έχει ο Σερ. Και πνίγεται από τα φαντάσματα του και έτσι είναι ένας μεγάλος ρόλος ζωής. Ο σκηνοθέτης, ο Μανώλης Δούνιας, είναι ο πατέρας και η μάνα της παράστασης. Οι υπόλοιποι ηθοποιοί η Άννυ Λούλου που κάνει τη Λαίδη είναι καταπληκτική και η Ευγενία Αποστόλου που κάνει τη Μαρτζ, ο Κώστας Λάσκος και ο Δημήτρης Μαργαρίτης δίνουν όλοι τον καλύτερο εαυτό τους μέσα από αυτή την τραγωδία που ο πυρήνας της είναι ο Σερ. Όλοι έχουμε έναν Σερ μέσα μας, που δεν μπορούμε να συναντηθούμε με την ύπαρξή μας. Αν κάποιος που έχει δισεκατομμύρια δεν μπορεί να χαρεί το ψωμί, με τη φέτα και τη ντομάτα λέγεται ερυσίχθονας. Είναι αυτός που δεν χορταίνει. Αν δεν μπορούμε να χαρούμε το απλό, ότι και να έχουμε, δεν έχουμε τίποτα. Ο Δούνιας λοιπόν, είναι μια αποκάλυψη σαν σκηνοθέτης και στα σαράντα μου χρόνια στο θέατρο, τον λέω αποκάλυψη γιατί είναι ένα πλάσμα μυστικό, θα λέγαμε ότι του αξίζει η φράση “η φύση αγαπά να κρύβεται”. Που σημαίνει ότι ο Δούνιας σαν σκηνοθέτης ξέρει να κρατάει το μυστικό, σε κάνει να πηγαίνεις στο όραμά του χωρίς καμία κοινωνική και ψυχολογική πίεση. Μας οδήγησε μαζί με τη σπουδαία μετάφραση της Εύα Γεωργουσοπούλου, της κόρης του Κώστα Γεωργουσόπουλου, η οποία δέχτηκε να κάνει και ο Μανώλης μια εκπληκτική επέμβαση και να βάλει το έργο να διαδραματίζεται στο 1960. Ο αμπιγιέρ μπαίνει μέσα στο θέατρο όπου  πριν είκοσι χρόνια έπαιζαν τον Βασιλιά Ληρ. Και ξαφνικά τα θυμάται όλα. Ένα νεκροταφείο μνήμης και κατά τον Δούνια, που προσωπικά το βρίσκω εκπληκτικό αυτό, πώς η μνήμη αντί να γίνει μνημείο και μνήμα να γίνει ζωή. Αυτές είναι οι λέξεις».

 

 

 

Πληροφορίες παράστασης

«Ο Aμπιγιέρ» του Ρόναλντ Χάργουντ

Μετάφραση: Εύα Γεωργουσοπούλου

Σκηνοθεσία: Μανώλης Δούνιας

Σκηνικά: Δημήτρης Πολυχρονιάδης

Κοστούμια: Βασιλική Σύρμα

Μουσική: Θοδωρής Οικονόμου

Φωτισμοί: Βαλεντίνα Ταμιωλάκη

Βοηθός Σκηνοθέτη: Μαρία Χανδρά

Φωτογραφίες-trailer: Πάτροκλος Σκαφίδας

Ερμηνεύουν: Αλέξανδρος Μυλωνάς, Μάνος Βακούσης, Άννυ Λούλου, Ευγενία Αποστόλου, Κώστας Λάσκος, Δημήτρης Μαργαρίτης

 

 

Πού: Β’ Σκηνή του Θεάτρου Οδού Κεφαλληνίας, Κεφαλληνίας 18 Κυψέλη, τηλ. 211 4117878

Πότε: Παράταση παραστάσεων από 4 έως 22 Μαΐου 2019. Τετάρτη στις 20.00 και Σάββατο στις 17.00

Διάρκεια παράστασης: 1 ώρα και 45 λεπτά

Εισιτήρια: 15 ευρώ (κανονικό), 10 ευρώ (μειωμένο), 5 ευρώ (Ατέλειες)