Ο Γρηγόρης Καραντινάκης σκηνοθετεί τις «Χρωματιστές γυναίκες»

«Motel Sub Rosa» στο θέατρο Faust
5 Φεβρουαρίου 2019
«Οι κάτω απ’ τ’ αστέρια» – Μια παράσταση για τον Ζακ
7 Φεβρουαρίου 2019

Η Μυρτώ Γκόνη και η Βιργινία Ταμπαροπούλου στην παράσταση του έργου «Χρωματιστές γυναίκες» του Βασίλη Ζιώγα, που σκηνοθετεί ο Γρηγόρης Καραντινάκης. (Φωτογραφίες: Δομνίκη Μητροπούλου).

Sharing is caring!

 

 

Συνέντευξη: Μαριλένα Θεοδωράκου

 

Η Έλλη και η Άννα είναι δύο αδελφές εγκλωβισμένες στο πατρικό τους σπίτι, σε ένα νησί. Όταν η Άννα επιστρέφει από το εξωτερικό, θα φέρνει μαζί της κραδασμούς που θα βυθίσουν τις δύο αδελφές στο παρελθόν. Ο Γρηγόρης Καραντινάκης μιλάει για την παράσταση του έργου «Χρωματιστές γυναίκες» του Βασίλη Ζιώγα, στην οποία σκηνοθετεί τη Μυρτώ Γκόνη και τη Βιργινία Ταμπαροπούλου.

 

«Η σχέση μου με τον Βασίλη Ζιώγα είναι πολύ παλιά, μου άρεσε πάντα σαν συγγραφέας» λέει ο σκηνοθέτης. «Τον θεωρώ πολύ ξεχωριστό στη νεοελληνική δραματουργία. Αυτό το έργο γράφτηκε το 1982 και είχε ανέβει στο θέατρο Εξαρχείων σε σκηνοθεσία του Τάκη Βουτέρη το 1984. Εκείνη την εποχή το πρωτοδιαβάσει και το είχα ξεχάσει. Είχα διαβάσει και άλλα του έργα του Ζιώγα που μου αρέσουν επίσης, όπως τον Φιλοκτήτη και την Αντιγόνη. Το συγκεκριμένο έργο μου το πρότεινε μια εκ των δύο ηθοποιών της παράστασης. Το διάβασα πάλι και βρήκα σε αυτό ένα περίεργο ενδιαφέρον, μια νοσταλγία. Έχω αλλάξει ελάχιστα πράγματα από το αρχικό κείμενο και μπορεί να φαντάζει λίγο παλιακό, αλλά εμένα μου άρεσε αυτή η πατίνα του χρόνου, πάνω στο κείμενο. Δεν ήθελα να το αλλάξω και να το εκμοντερνίσω όσον αφορά το λόγο του. Άλλαξα ελάχιστα στοιχεία, κυρίως για να γίνεται πιο κατανοητή η ιστορία, όχι όσον αφορά το ύφος του συγγραφέα. Δεν ήθελα να το πειράξω αυτό, επίτηδες. Το έργο αυτό, έχει ένα τεράστιο ενδιαφέρον, γιατί τα θέματα τα οποία θίγει παραμένουν ακόμα και σήμερα τόσο ζωντανά και επίκαιρα που έχει ένα νόημα να ξαναειπωθεί αυτό το έργο με μια διαφορετική ματιά. Ο Ζιώγας με αυτό το έργο προσπάθησε να σπάσει τα στενά όρια της ηθογραφίας εκείνης της εποχής του 1980 που εκκινήτο η νεοελληνική δραματουργία. Προσπάθησε να ξεφύγει τον αέρα του παραλόγου, σε μια περιοχή τελείως διαφορετική, ενταγμένος βέβαια μέσα στο χρονικό πλαίσιο που ανήκε να το κάνει θεωρώ εγώ όπως θα ήθελε εκείνη την εποχή. Παρόλα αυτά το έργο παραμένει κατ’ εμέ και ενδιαφέρον ως προς τη φόρμα και αλλά και ως προς το περιεχόμενο».

 

 

«Είναι δύο αδελφές οι οποίες κατά την ιστορία ζούσαν σε ένα νησί, γιατί η μια έφυγε 14 χρονών από το νησί και γύρισε την Ευρώπη ως πόρνη» συνεχίζει ο Γρηγόρης Καραντινάκης. «Επιστρέφει μετά από καιρό και με την επιστροφή της φέρνει κραδασμούς. Οι κραδασμοί αυτοί είναι ουσιαστικά η καταβύθιση στο παρελθόν. Η μια αδελφή έχει παραμείνει στο νησί στέρεη, “τσιμεντωμένη” θα έλεγε κάποιος, ενώ η άλλη έχει φύγει. Και το βασικό θέμα είναι η κακοποίηση. Σ’ ένα νησί, σε ένα περίκλειστο περιβάλλον, ένας χώρος που σιωπά ενώ γνωρίζει και ξέρουμε πολλά τέτοια περιστατικά ακόμα και στις μέρες μας. Η μια αδελφή η Έλλη, που την ερμηνεύει η Βιργινία Ταμπαροπούλου, έχει μείνει εκεί το έχει φάει όλο αυτό το πράγμα, το έχει χωνέψει και το έχει κάνει δικό της. Η άλλη η Άννα, που την ερμηνεύει η Μυρτώ Γκόνη, έρχεται σαν ένας καταλύτης που γκρεμίζει τα τεκταινόμενα. Έρχεται ουσιαστικά η μια για να κινητοποιήσει όλους εκείνους τους μηχανισμούς άμυνας που έχει ο άνθρωπος, για να μπορέσει να αντισταθεί σε αυτό που λέμε είτε εικονικό είτε κυριολεκτικό θάνατο. Ο τίτλος της παράστασης “Χρωματιστές γυναίκες” είναι ένας ειρωνικός τίτλος. Γίνεται ένα παιχνίδι με κάποια λουλούδια τα οποία περιγράφει ο Ζιώγας και είναι καθαρά συμβολικός ο χαρακτήρας τους. Μπαίνουν λοιπόν μια σειρά από λουλούδια, ένας μπλε νάρκισσος, μια μαργαρίτα, ένα τριαντάφυλλο, ένας λευκός κρίνος. Στη δικιά μου ανάγνωση ο τίτλος μου έβγαλε μια ειρωνεία. Γιατί εγώ θα το έλεγα “Ασπρόμαυρες γυναίκες”, το χρωματιστές είναι αυτό που θα ήθελαν οι ίδιες να είναι και όχι αυτό που είναι. Θα ήθελαν να είναι χρωματιστές, αλλά θέλει δρόμο μέχρι να τα καταφέρουν. Το έργο βάζει μέσα το παιχνίδι με το συνειδητό και το ασυνείδητο. Γιατί αυτές οι δύο αδελφές καταφεύγουν σε παιχνίδια που έπαιζαν μικρές, όπως στις κουμπάρες, στις κούκλες,  καταφεύγουν σε σπαράγματα του τραυματικού τους παρελθόντος για να μπορέσουν να βρουν εκεί, ίσως, κάποια σανίδα σωτηρίας και να αποκτήσουν επαφή, με αυτό που τους συνέβη ώστε να βρουν μια απάντηση. Αν υπάρχει αυτή η απάντηση. Στην ουσία το έργο πραγματεύεται το τραύμα που μπορεί να αφήσει μια παιδική κακοποίηση και βέβαια πλήρως ενταγμένο στην εποχή του, μιλάει για έναν πατέρα αφέντη, για μια κοινωνία η οποία σιωπά και εκμεταλλεύεται τη γυναίκα. Είναι από τα πρώτα έργα, στο οποίο αποτυπώνεται έντονα η γυναίκα που εναντιώνεται στο πρότυπο του πατέρα-αφέντη-εξουσιαστή- κυνηγού, κ.τ.λ., όλα αυτά τα μοτίβα που υπάρχουν και ακολουθούνται με τον έναν ή τον άλλον τρόπο. Αλλά στην ουσία μιλάει για μια χαμένη ελευθερία και για την απελπισία της ανθρώπινης ύπαρξης. Όταν δηλαδή ένας άνθρωπος, εν προκειμένω η Έλλη, έχει χάσει την ελευθερία του και όταν αντί για ελευθερία, φυγή και ρήξη θα προτιμήσει να μείνει, λόγω φόβου, στη σιωπή».

 

 

 

«Είναι ένα πολύ δύσκολο έργο και το θεωρώ ρεσιτάλ υποκριτικής για τις δύο κοπέλες που παίζουν, καθώς από γραφής είναι από τη μια κατάσταση στην άλλη. Το έργο, μπαίνει συνεχώς από το παιχνίδι στη ζωή και ξαναβγαίνει, με το ανοιγοκλείσιμο ενός διακόπτη. Οπότε υποκριτικά η ψυχολογία του ηθοποιού είναι πολύ δύσκολο να κάνει τέτοιες παλινδρομήσεις, μέσα σε μια διαφορετικότητα και αυτό από την άλλη να έχει μια ροή ενός χαρακτήρα. Όταν αυτό δεν γίνεται μόνο και μόνο σχηματικά, αλλά αποτελεί και μια συναισθηματική υποστήριξη, είναι πολύ δύσκολο. Και θεωρώ ότι όποιος θα έρθει να δει αυτή την παράσταση, αν μη τι άλλο, πέρα από άλλα πράγματα που δεν θέλω να τα θίξω, θα απολαύσει δύο ηθοποιούς οι οποίες πραγματικά στη σκηνή αλλάζουν πολλά. Μια παράσταση είναι πάντα συνολική δουλειά. Μπορεί να υπάρχει ένας σκηνοθέτης, αλλά αν δεν υπήρχε η μουσική του Νίκου Πλατύραρχου, τα κοστούμια και ο σκηνικός χώρος της Γιούλας Ζωιοπούλου, οι φωτισμοί του Σάκη Μπιρμπίλη, η κίνηση της Λαμπρινής Γκόλια, ο βοηθός μου ο Αντώνης Αντωνάκος, δεν θα υπήρχε αυτή η παράσταση. Και φυσικά η Μυρτώ Γκόνη και η Βιργινία Ταμπαροπούλου, που υποδύονται τις δύο κοπέλες, τις δύο αδελφές την Άννα και την Έλλη».

 

Ο σκηνοθέτης Γρηγόρης Καραντινάκης.

 

 

Πληροφορίες παράστασης

«Χρωματιστές γυναίκες» του Βασίλη Ζιώγα

Σκηνοθεσία: Γρηγόρης Καραντινάκης
Μουσική: Νίκος Πλατύραρχος
Σκηνικά – Κοστούμια: Γιούλα Ζωιοπούλου
Σχεδιασμός φωτισμών: Σάκης Μπιρμπίλης
Μουσική επιμέλεια: Γρηγόρης Καραντινάκης
Video: Ηρακλής Φίτσιος
Βοηθός σκηνοθέτη: Αντώνης Αντωνάκος

Εκτέλεση παραγωγής: a dream & the gun

 

Παίζουν οι ηθοποιοί: Μυρτώ Γκόνη και Βιργινία Ταμπαροπούλου

 

 

Πού: Θέατρο του Νέου Κόσμου- Κάτω Χώρος, Αντισθένους 7 και Θαρύπου, Αθήνα, τηλ. 210 9212900

Πότε: από 23 Ιανουαρίου 2019 και κάθε Τετάρτη, Πέμπτη, Παρασκευή, Σάββατο στις 21.15 και  Κυριακή στις 19.00. Έως  21 Απριλίου 2019

Διάρκεια παράστασης: 70 λεπτά

Εισιτήρια: Τετάρτη-Παρασκευή  13 ευρώ (κανονικό), 10 ευρώ (μειωμένο), Σάββατο-Κυριακή 15 ευρώ (κανονικό), 12 ευρώ (μειωμένο)