Ο Αλέξης Τσιάμογλου χορογραφεί το «Requiem»

Η Φένια Παπαδόδημα και ο Γιώργος Παλαμιώτης μιλάνε για το ElaiΩnas Festival
12 Ιουνίου 2018
«Παρ’ όλα αυτά»: μια παράσταση-μαρτυρία για τον καρκίνο
15 Ιουνίου 2018

Ο Αλέξης Τσιάμογλου υπογράφει τη σύλληψη και την χορογραφία στην perfomance "Requiem". (Φωτογραφίες: Μυρτώ Αποστολίδου).

Πριν από λίγους μήνες τον είδαμε ως χορευτή στην παράσταση «Ιόν» του Χρήστου Παπαδόπουλου που ανέβηκε στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση. Ο Αλέξης Τσιάμογλου συστήνεται στο κοινό με την ιδιότητα του χορογράφου αυτή τη φορά στην performance με τίτλο «Requiem». Στο χώρο του Bios 500 μπαλάκια πινγκ πονγκ είναι απλωμένα στο πάτωμα. Μια χορεύτρια κινείται, τα χτυπάει, τα κουνάει ή μένει ακίνητη. Επικεντρώνοντας στις εμπειρίες της χορεύτριας ως ένα ζωντανό αρχείο-σώμα, ο Αλέξης Τσιάμογλου, από την κολεκτίβα RoughCut που υπογράφει το έργο, καταπιάνεται με το πώς το χορευτικό σώμα είναι σημαδεμένο κοινωνικά και πολιτικά.

 

Η αρχή. «Κάποια στιγμή είδαμε μια ταινία του Τζιμ Τζάρμους το “Limits of control”  η οποία κυκλοφόρησε το 2009 όπου ο πρωταγωνιστής μπαίνει σε ένα μπαρ στη Σεβίλλη και βλέπει μια πρόβα φλαμένκο» λέει ο χορευτής, χορογράφος και video artist. «Εκεί ακούγεται ένα τραγούδι στα ισπανικά το “El Que Se Tenga Por Grande” που ουσιαστικά λέει ότι εκείνος που νομίζει ότι είναι σπουδαίος ας πάει στο νεκροταφείο για να δει που καταλήγουμε όλοι. Το τραγούδι μας ακούμπησε και μας άγγιξε πολύ και είχαμε πει ότι σίγουρα αυτό το τραγούδι θα ειπωθεί με κάποιο τρόπο. Επομένως αρχίσαμε να κινούμαστε γύρω από τη σκέψη του θανάτου χωρίς να ξέρουμε ακόμα τι θα κάνουμε και κάπως κατέληξε να χτιστεί αυτή η performance που λειτουργεί ως ο επικήδειος της χορεύτριας. Με την έννοια ότι αν θα μπορούσαμε να είμαστε ζωντανοί ή παρόντες και να λέγαμε εμείς οι ίδιοι τον επικήδειο μας, αντί για εκείνον που διαβάζει κάποια λόγια για αυτόν ή αυτήν που έφυγε».

 

 

Τα 500 μπαλάκια του πινγκ πονγκ. «Ήρθαν λίγο πιο μετά. Η ερμηνεύτρια Νιόβη Μπένου είναι χορεύτρια φλαμένκο χωρίς ωστόσο η παράσταση να είναι παράσταση φλαμένκο. Ένα πολύ χαρακτηριστικό στοιχείο αυτού του χορού είναι το κρουστικό στοιχείο, οι χορευτές χτυπάνε συνέχεια τα πόδια τους με τα τακούνια και τις μύτες των παπουτσιών τους. Τα μπαλάκια του πινγκ πονγκ μού έδιναν αυτόν τον ήχο όταν πέφτουν το πάτωμα. Τακ-τακ-τακ. Το γεγονός ότι αποφασίσαμε να βάλουμε γύρω στα 500 μπαλάκια, αρχίζει να μας δίνει το στοιχείο της τυχαιότητας, δηλαδή πως η χορεύτρια κινείται ανάμεσα σε αυτά και έχει τυχαίες συναντήσεις. Αυτό είναι κάτι που δεν μπορεί να χορογραφηθεί, ποια μπαλάκια θα χτυπήσει ούτε μπορούμε να ελέγξουμε τη συμπεριφορά του καθενός από αυτά. Αυτό που είναι για μένα σημαντικό είναι το κινούμενο περιβάλλον –τα μπαλάκια δηλαδή- και το υποκείμενο –η χορεύτρια- που είναι ακίνητο».

 

Η συνεργασία με τη Νιόβη Μπένου. «Είχαμε κάνει ένα ντουέτο μαζί πριν από χρόνια όπου χόρευα και εγώ και μετά είχε προκύψει μια πρόσκληση από ένα φεστιβάλ, αλλά ήταν ξεκάθαρο για μένα ότι δεν θα χόρευα και εγώ μαζί της, οπότε αποφασίσαμε να της χορογραφήσω ένα σόλο. Το ενδιαφέρον για μένα είναι ότι αφενός η Νιόβη –που είναι και σύζυγός μου- σαν χορεύτρια φλαμένκο είναι πολύ άρτια, εκτελεί χειρουργικά μπορώ να πω τα πράγματα και αφετέρου ο δικός της χορός είναι συνδεδεμένος με το ρυθμό και τη μουσική, το όποιο είναι ευτυχία και δυστυχία ταυτόχρονα. Ο τρόπος δηλαδή που μπορεί να διαβάσει τη μουσική και να τη συνοδεύσει, να την υποστηρίξει και να έρθει σε αντίστιξη με αυτήν αλλά ταυτόχρονα όταν ήμασταν άδειοι από μουσική, πάντα η πρώτη ερώτηση που μου έκανε ήταν ποιος είναι ο ρυθμός. Άρχισε λοιπόν να με ενδιαφέρει αυτή η “ανημποριά”, η “ανικανότητα”, το ότι δεν μπορώ να κινηθώ ή δεν μπορώ να σου δείξω κάτι αν δεν μου κρατήσεις έναν ρυθμό, αν δεν μου τραγουδήσεις, αν δεν μου πεις ποια είναι τα συμφραζόμενα. Ενώ στο σύγχρονο χορό πολύ συχνά από το τίποτα ή χωρίς καθόλου μουσική ξεκινάς ήδη να κινείσαι, ενώ στο φλαμένγκο αυτό δεν είναι δεδομένο. Επομένως αυτό πάντα μας κινούσε να πάμε ένα βήμα παρακάτω, αλλά ταυτόχρονα μας έφερνε λίγο κόλλημα».

 

 

Ο χορός στην Ελλάδα του σήμερα. «Ζω στη Θεσσαλονίκη και από το 2010 είμαι λόγω δουλειάς ανάμεσα σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη. Νομίζω ότι υπάρχει ανισότητα στην κατανομή των πόρων ως προς τις επιχορηγήσεις και φαίνεται ότι τα πράγματα συμβαίνουν λίγο πιο πολύ στην Αθήνα. Φυσικά υπάρχει η Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση, το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος και η Λυρική Σκηνή και νομίζω ότι υπάρχει άνθιση στο χορό. Βλέπουμε χορευτές και χορογράφους πλέον οι οποίοι περιοδεύουν και δείχνουν τη δουλειά τους στο εξωτερικό. Ήμουν τυχερός που βρέθηκα στην παράσταση “Ιόν” σε μια δουλειά του Χρήστου Παπαδόπουλου στη Στέγη, η οποία πρόκειται να ταξιδέψει σε 4-5 χώρες. Φυσικά υπάρχει και ο Δημήτρης Παπαϊωάννου που τα τελευταία τρία χρόνια ταξιδεύει με τις παραστάσεις του πλέον παντού και φαίνεται ότι έρχονται προγραμματιστές από το εξωτερικό για να δουν παραστάσεις και παρακολουθούν όχι μόνο σε μεγάλες σκηνές, αλλά και σε χώρους που δεν το περιμένει κανείς. Ίσως υπάρχει η ματιά να δούμε τι γίνεται και στην Ελλάδα».

 

Μαριλένα Θεοδωράκου

 

 

Πληροφορίες

“REQUIEM a choreographed portrait”

Σύλληψη, χορογραφία: Αλέξης Τσιάμογλου

Ερμηνεία: Νιόβη Μπένου

Μουσική: Sonny Touch

Ενδυματολογική, σκηνική επιμέλεια: Στέλλα Γκρεκιώτη

Σχεδιασμός φωτισμού: Ελένη Χούμου

Φωτογραφίες: Μυρτώ Αποστολίδου

 

BIOS. exploring urban culture – Main

Πειραιώς 84, Αθήνα, τηλ. 210 3425335

Από 14 έως 17 Ιουνίου 2018, στις 21.00

www.bios.gr

Εισιτήρια: 10 ευρώ (Κανονικό), 5 ευρώ (Μειωμένο–Φοιτητών, Ανέργων, Άνω των 65, ΑΜΕΑ)